Thursday, April 2, 2009

Γιαγιά απ΄ το Λονδίνο


-Πας σε μια γιορτή, ένα γενέθλιο, ένα ρεβεγιόν που λέει ο λόγος..
-Που το θυμήθηκες το ρεβεγιόν; Αλλά ας πούμε ότι πάω..
-Το ρεβεγιόν ένεκα που θέλω να δώσω μια νότα επισημότητας και οικογενειακής εορτής.
-Άντε και την έδωσες και πάω με το δωράκι μου αλά μπρατσέτα. Στο ζουμί.
-Αυτό είναι το ζουμί. Τι δώρο πας;
-Ε ξέρω και γω. Είναι και η οικονομική κρίση και με βλέπω να υιοθετώ παλιακές τακτικές των γονιών μας. Δεν ξέρω και πως τα κάνουν αυτά τα οικογενειακά. Γλάστρα; Ένα μπουκάλι κρασί που το συνηθίζαμε και στο Λονδίνο; Κάνα ξίδι τελοσπάντων ή διακοσμητικό. Δεν είμαι και εξπέρ σ΄αυτά!
-Λοιπόν πες ότι πας και έτσι κύριος που είσαι με την περικοκλάδα σου ή την ουισκάρα στο χαρτί, ή ένα iPod που λέει ο λόγος, και οι οικοδεσπότες αποφασίσουν να σου κάνουν κι αυτοί ένα δώρο..
-Ααα, ασυνήθιστο, αλλά γιατί όχι; Αυτή η μονόπλευρη συνήθεια ποτέ δε μ΄άρεσε!
-Και το δώρο των χοστς σου είναι δυο φωτογραφίες...
-Φωτογραφίες;
-Τους. Δυο πορτρέτα του ζευγαριού σε επίσημη πόζα.
-Τι, εγώ να τους πάω το φίκο κι αυτοί να μου δωρίσουν τις φάτσες τους κορνιζαρισμένες; Τι γυφτιές είν΄αυτές; Τη γιαγιά μου επισκέφθηκα να κοτσάρω το ενσταντανέ πάνω από το τζάκι; Αλλά τι κάθεσαι και σκέφτεσαι κι εσύ; Δε συμβαίνουν τέτοια πράγματα. Πρέπει να είσαι πολύ ζώο για να κάνεις τέτοιο δώρο. Άσε που ο άνθρωπος που το παίρνει τι να πει; Εγώ θα χα μαυρίσει από την ντροπή μου.
-Λοιπόν ο χθεσινός επισκέπτης μας δε χρειάστηκε να μαυρίσει, ήταν έτοιμος. Ο πλάνετμαν Ομπάμα, λοιπόν, επισκέφθηκε τη βασίλισσα της Αγγλίας της δώρισε κάτι πολύ στυλάτα μαζί κι ένα άι ποντ, κι αυτή η κακορίζικη με τον αραχνοΐσκιωτο τον άντρα της αντιδωρίσανε στον Ομπάμα και τη γυναίκα του τα πορτρέτα τους, να τα βλέπουν να τους θυμούνται να τους χαίρονται!
-Ποιους, καλέ, να χαίρονται; Τη γριέντζω και το απολίθωμα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού; Τέτοια πετριά και ο Ομπάμα;
-Τι να πει ο άνθρωπος; Κοκκίνισε, πρασίνισε, αλλά τα πήρε τα δώρα. Και σε ρωτάω, τώρα, εκτός που δεν έχει τι να τα κάνει τα κάδρα, τι άποψη να ΄χει για τους Άγγλους; Μα τόσο ματαιόδοξοι; Και στα γεράματα;
-Κοίτα λίγο, νομίζω πρέπει να δείξουμε κάποια κατανόηση στη στάση της Μπέτυ. Βασικά πιστεύω ότι η αιτία της γυφτιάς δεν είναι ματαιοδοξία, αλλά η οικονομική κρίση. Γιατί η κρίση, βλέπεις, δε γνωρίζει παλάτια και καλύβες. Κι η καημένη η Ελισάβετ τι να κάνει, σου λέει μη γίνουμε ρέζιλος και στα Αμερικανάκια, που ούτε τσάι λίπτον δεν έχω να τους τρατάρω, που είναι τα παλιά τα μεγαλεία, που ρουφιάνα κρίση με γονάτισες, ε, κατεβάζει δυο κάντρα από το χωλ, τους τα τυλίγει σε βικτωριανή ταπετσαρία, που όσο να πεις την έχουνε μπόλικη, κι από δω παν κι άλλοι. Τι να κάνει; Να τους αφήσει να φύγουνε με άδεια χέρια; Τώρα όσο για τα πορτρέτα τι ήθελες να τους έδινε; Τη γκαμήλα και τον Κάρολο; Άσε που αυτά θα τα δείχνει στα εγγόνια του ο Ομπάμας και θα λέει να ο παππούς και η γιαγιά πριν έρθουν απ΄τη Χαβάη.
-Καλά, αυτό αν ο Ομπάμα δεν "ξεχάσει" τα πορτρέτα στις ντουλάπες του ξενοδοχείου ή όπου μένει τέλοσπάντων.
-Μπα, εδώ που τα λέμε με τέτοια κρίση, δεν τα βλέπω τα Ομπαμοεγγόνια να προλαβαίνουν τις προσωπογραφίες του βασιλικού παπουδοζεύγαρου. Τον βλέπω τον Ομπάμα να τα βγάζει σε δημοπρασία μόλις πατήσει η πατούσα Ουάσιγκτον Ντι Σι. Τζάμπα και το i Pod.
-"Γαμώ την εξωτερική πολιτική μου, γαμώ", θα λέεει ο Ομπάμας από μέσα του κλαίγοντας το γκάτζετ, "Χάθηκε να μας αποικούσαν οι Ελβετοί;"
Γνωμικό της ημέρας:
Φοβού τους βασιλείς κορνίζες φέροντας

Wednesday, April 1, 2009

Ο χωρισμός κι ο εθισμός τον πρώτο χρόνο χαίρονται


Τη μέρα εκείνη δεν πέθανε κανείς. Έτσι ξεκινά ένα από τα καλύτερα βιβλία που διάβασα πέρυσι. Και έτσι ξεκίνησε η χθεσινή ημέρα, παρ' ότι οι οιωνοί έδειχναν έτοιμοι για το αντίθετο. Ήταν η πρώτη μέρα χωρίς αυτό. Η πρώτη μέρα μετά από δυο χρόνια. Που η μέρα ξεκίνησε, συνεχίστηκε και τελείωσε χωρίς ούτε μια επαφή μ΄αυτό. Και αυτό που με εξέπληξε περισσότερο ήταν πως δε μου έλειψε καθόλου. Και πως οι προηγούμενες μέρες δυο ολόκληρων χρόνων που όποτε δεν μπορούσα να έχω πρόσβαση σ΄αυτό δεν ένιωθα ο εαυτός μου ίσως και να μπορούσα να τις είχα περάσει πιο δημιουργικά. Κανείς δεν πέθανε, κανείς δεν γεννήθηκε, η μέρα ήταν η ίδια όπως και πριν αυτό μπει στη ζωή μου. Με κάνει αλήθεια να αναλογίζομαι πόσο εύκολο ήταν στην πράξη. Ακόμα και το τσιγάρο ήταν λιγότερο εύκολο να κοπεί από αυτό. Και μου έδωσε ένα μάθημα για μένα και για τη σημασία των πραγμάτων που γίνονται μιθριδατικά συνήθεια και μετά ρουτίνα και μετά δεύτερο πετσί. Και πως η αλήθεια ήταν και είναι εκεί έξω, μακρυά από αυτό. Ευτυχώς που δεν έπαψε να βρίσκεται εκεί έξω όσο εγώ φορούσα τις παρωπίδες του εθισμού μου και ζούσα σε έναν ιδιωτικό δικό μου κόσμο (με τη διπλή έννοια του ιδιώτη, δηλ. και του ηλίθιου). Και η μέρα αύριο θα είναι πολύ πιο γεμάτη γιατί η ενέργεια που αυτό μου ρουφούσε θα πάει αλλού. Σε πράγματα ίσως παλιότερα και πιο απλά, αλλά που είχα διαλέξει ο ίδιος. Βέβαια λένε ότι πρώτα βγαίνει ή ψυχή και μετά το χούι του ανθρώπου, αλλά χθες έμαθα ότι μπορεί κανείς να έχει λόγο και στο χούι του, όταν πια δεν πάει άλλο. Έτσι ξεγράφτηκα από το Facebook.